ΚΡΙΣΙΜΗ ΨΗΦΟΣ ΣΤΗ ΒΟΥΛΗ
«Πέρασε» το άρθρο 37, εκτός Κ.Ο. ΠΑΣΟΚ η Κατσέλη
Σχεδόν δευτερόλεπτα μετά από την άρνησή της να υπερψηφίσει το άρθρο 37 του πολυνομοσχεδίου για τις κλαδικές συμβάσεις, κατά τη διάρκεια της χθεσινοβραδινής ψηφοφορίας στη Βουλή, η Λ. Κατσέλη βρέθηκε εκτός Κ.Ο. του ΠΑΣΟΚ, καθώς ο πρωθυπουργός Γ. Παπανδρέου, πριν καν ολοκληρωθεί η διαδικασία της ψηφοφορίας, απέστειλε σχετική επιστολή στον πρόεδρο της Βουλής Φ. Πετσάλνικο, με την οποία τον ενημέρωνε ότι η κ. Κατσέλη τίθεται εκτός της Κ.Ο. του κυβερνώντος κόμματος. Για την ιστορία, το επίμαχο άρθρο 37 υπερψηφίστηκε από 153 βουλευτές (τους υπόλοιπους βουλευτές του ΠΑΣΟΚ και την ανεξάρτητη βουλευτή Έ. Παπαδημητρίου), ενώ έλαβε και 145 αρνητικές ψήφους.
Σύμφωνα με όλες τις πληροφορίες, η διαγραφή της κ. Κατσέλη ήταν σχεδόν προδιαγεγραμμένη, καθώς χθες, πριν από την ψηφοφορία, η τέως υπουργός είχε μακρά συνάντηση με τον πρωθυπουργό, ο οποίος επιχείρησε να τη μεταπείσει, ώστε να ψηφίσει το άρθρο 37 του πολυνομοσχεδίου, ενώ -βάσει πληροφοριών- ως την τελευταία στιγμή ο υπουργός Οικονομικών Ε. Βενιζέλος και ο υπουργός Εργασίας Γ. Κουτρουμάνης επιχείρησαν να προχωρήσουν σε «οριακές» αλλαγές στο επίμαχο άρθρο, ωστόσο καμία από αυτές τις προσπάθειες δεν καρποφόρησε. Αντιθέτως, η κ. Κατσέλη στην ομιλία της ξεκαθάρισε ότι «το άρθρο 37 αδυνατώ να το ψηφίσω. Είναι θέμα αρχής», ενώ υποστήριξε ότι με το άρθρο αυτό δημιουργείται «επικίνδυνο εργασιακό γεγονός», προβλέποντας «γενικευμένη, απότομη και ανεξέλεγκτη μείωση μισθών για πάνω από 1 εκατ. εργαζομένους», γεγονός που θα στερήσει πολλά δισεκατομμύρια από την ελληνική οικονομία και θα βαθύνει ακόμη περισσότερο την ύφεση, «και μετά θα έρθει η τρόικα να μας ζητήσει νέα μέτρα γιατί δήθεν δεν πιάσαμε τους στόχους»...
Πάντως, η κ. Κατσέλη δεν αποτέλεσε το μόνο «πονοκέφαλο» για την κυβέρνηση, καθώς μεγάλος αριθμός βουλευτών του ΠΑΣΟΚ ζήτησε πολιτικές πρωτοβουλίες στην κατεύθυνση της σύστασης κυβέρνησης συνεργασίας. Η πιο «βαριά» παρέμβαση έγινε από τη Β. Παπανδρέου, η οποία τόνισε ότι «είχα αποφασίσει να μην ψηφίσω το άρθρο 37 ως μια συμβολική κίνηση ότι πέρα από τις κόκκινες γραμμές της τρόικας υπάρχουν και οι δικές μας κόκκινες γραμμές. Όταν όμως συνάντησα τον πρωθυπουργό, μετά από δική του πρωτοβουλία, με διαβεβαίωσε ότι ακόμη και ένα άρθρο αν δεν ψηφιστεί, δεν θα δοθεί η έκτη δόση. Δεν μπορώ να αναλάβω την ευθύνη να μην πάρουμε τη δόση», αλλά ξεκαθάρισε ότι «ψηφίζω και έχω συνειδησιακό πρόβλημα για την πορεία της χώρας. Είναι η τελευταία φορά. Πρέπει να αναληφθούν πολιτικές πρωτοβουλίες, δεν πάει άλλο. Η κοινωνία είναι σε απόγνωση, καταρρέει». Επίσης, η Τ. Αντωνίου είπε ότι η δημοκρατία έχει θεσμούς και επιλογές και το μέσο είναι είτε κυβέρνηση εθνικής σωτηρίας είτε εκλογές, προσθέτοντας ότι αν η εθνική σύμπραξη δεν επιτευχθεί τότε η μάχη κινδυνεύει να χαθεί και κάλεσε τις πολιτικές ηγεσίες να σταθούν στο ύψος των περιστάσεων.
Παράλληλα, ο Μ. Ανδρουλάκης ζήτησε «μεταβολή στο πολιτικό σκηνικό με την ευθύνη όλων», ο Δ. Λιντζέρης δήλωσε ότι ψηφίζει το νομοσχέδιο, κάνοντας λόγο για «ψήφο ανάγκης και αναμονής για λυτρωτικές πρωτοβουλίες και όχι για ψήφο εμπιστοσύνης και αποδοχής» και κάλεσε τον πρωθυπουργό να απευθυνθεί στο λαό και στις πολιτικές δυνάμεις και να δώσει τις πραγματικές διαστάσεις της οικονομίας, τονίζοντας ότι «οι κομματικοί ανταγωνισμοί και οι προσωπικές φιλοδοξίες πρέπει να παραμεριστούν, είναι ώρα εθνικού χρέους, αυτό αφορά και τον κ. Α. Σαμαρά, του οποίου η τυφλή άρνηση τον εκθέτει ανεπανόρθωτα». Υπέρ της συγκρότησης κυβέρνησης εθνικής σωτηρίας αμέσως μετά τη Σύνοδο Κορυφής τάχθηκε ο Ν. Σαλαγιάννης, όπως και ο Δ. Κρεμαστινός, ενώ πληροφορίες αναφέρουν ότι ο αριθμός των βουλευτών του ΠΑΣΟΚ που κινούνται σε αντίστοιχες κατευθύνσεις είναι πολύ μεγαλύτερος.
Από την πλευρά του, ο κ. Βενιζέλος χρησιμοποίησε για άλλη μία φορά δραματικούς τόνους προκειμένου να πείσει τους βουλευτές του ΠΑΣΟΚ για την αναγκαιότητα υπερψήφισης όλων των άρθρων του πολυνομοσχεδίου, λέγοντας χαρακτηριστικά ότι «για να επιτύχουμε στη διαπραγμάτευση στη Σύνοδο Κορυφής πρέπει να έχουμε εισιτήριο αξιοπιστίας, και εισιτήριο αξιοπιστίας είναι η υπερψήφιση του πολυνομοσχεδίου σε όλα τα άρθρα του», προσθέτοντας χαρακτηριστικά ότι «η κατάσταση είναι ιστορικά δραματική. [...] Τα πράγματα είναι τόσο σοβαρά όσο τα λέω, δεν υπερβάλλω ούτε μπλοφάρω. Αν το πολυνομοσχέδιο δεν υπερψηφιστεί, δεν χρειάζεται να πάμε καν στο Eurogroup και στη Σύνοδο Κορυφής».
Την εθνική γραμμή με την οποία η Ελλάδα θα μεταβεί στη Σύνοδο Κορυφής της Κυριακής περιέγραψε χθες, στη διάρκεια της συνεδρίασης του Υπουργικού Συμβουλίου, ο πρωθυπουργός Γ. Παπανδρέου, τονίζοντας ότι «αφετηρία και κεκτημένο για ό,τι συζητάμε είναι όλα τα θετικά στοιχεία της Συμφωνίας του Ιουλίου» και προσθέτοντας ότι «απόφασή μας είναι «να πετύχουμε ελάφρυνση του βάρους του χρέους, που βαραίνει τις πλάτες του Έλληνα πολίτη».
Στο πλαίσιο αυτό, ο κ. Παπανδρέου είπε ότι η εθνική γραμμή της κυβέρνησης είναι «πρώτον, στρατηγική μας απόφαση είναι να είμαστε και να παραμείνουμε στο ευρώ. Δεύτερον: αφετηρία και κεκτημένο για ό,τι συζητάμε είναι όλα τα θετικά στοιχεία της Συμφωνίας του Ιουλίου, δηλαδή ένα νέο πακέτο στήριξης με εξασφάλιση των δανειακών αναγκών της χώρας μας για τα επόμενα χρόνια, διευκόλυνση στην αποπληρωμή του χρέους με την επιμήκυνση της αποπληρωμής, με περίοδο χάριτος, αλλά βεβαίως και με τα απαραίτητα χαμηλά επιτόκια. Τρίτον: να πετύχουμε ελάφρυνση του βάρους του χρέους, που βαραίνει τις πλάτες του Έλληνα πολίτη. Τέταρτον: η όποια ρύθμιση πρέπει να διασφαλίζει πλήρως την ομαλότητα στο τραπεζικό σύστημα της χώρας και στα ασφαλιστικά μας ταμεία και να δώσει πια τη δυνατότητα για ρευστότητα στην πραγματική οικονομία. Πέμπτον: βασικός στόχος είναι επίσης όλες οι αποφάσεις μας να τείνουν στη στήριξη της ανάπτυξης και στην Ευρώπη και στην Ελλάδα, όπως ήταν και το πνεύμα των αποφάσεων του Ιουλίου».
Κατά την εισήγησή του ο πρωθυπουργός επανέλαβε ότι στη συνάντησή του την περασμένη Τρίτη με τον πρόεδρο της ΝΔ Α. Σαμαρά τον προσκάλεσε να ταξιδέψουν μαζί στις Βρυξέλλες και επισήμανε ότι δεν ευσταθεί η κατηγορία περί μη ενημέρωσης. Πρόσθεσε ότι «σε ό,τι αφορά τη διαπραγματευτική μας γραμμή, αυτή την έχω πει και δημόσια, την επανέλαβα και κατ’ ιδίαν (σ.σ. στον κ. Σαμαρά). Κατά συνέπεια, ούτε και εκεί ευσταθεί οποιαδήποτε δικαιολογία». Παράλληλα, κατηγόρησε τον πρόεδρο της ΝΔ ότι «θέλει να μείνει έξω από το χορό, να μην αναλάβει τις ευθύνες. Θέλει να διατηρήσει την ελευθερία να λέει ό,τι θέλει, ίσως και ό,τι να ’ναι. Είναι κρίμα για τη χώρα». Σε γενικότερο επίπεδο, ο κ. Παπανδρέου επισήμανε ότι «δεν είναι μόνο η Ελλάδα που βρίσκεται σε κρίσιμο και κομβικό σημείο, είναι η Ευρώπη πια αυτή που βρίσκεται σε ένα οριακό σημείο και κινδυνεύει να παρασύρει και την παγκόσμια οικονομία. Είναι σαφές ότι οι αποφάσεις του Ιουλίου, οι πολύ θετικές για την Ελλάδα, είναι η βάση πάνω στην οποία διαπραγματευόμαστε. Αποδείχτηκαν, όμως, σε ό,τι αφορά μια συνολική προοπτική της Ευρώπης, ανεπαρκείς. Η Ευρώπη βρίσκεται σήμερα σε κίνδυνο, λόγω της αδυναμίας της να δει εγκαίρως την πραγματική διάσταση της κρίσης -δηλαδή ότι υπάρχουν συστημικά προβλήματα- και να πάρει τις απαραίτητες αποφάσεις».
"Μόνος στις Βρυξέλλες"
Εν μέσω ακραίων πολιτικών εντάσεων και κοινωνικής αναταραχής, σήμερα το μεσημέρι ο πρόεδρος της ΝΔ Α. Σαμαράς θα συναντηθεί με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, την ίδια ώρα που θα συνεδριάζει το Eurogroup και στον απόηχο των άκαρπων επαφών του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης με τον πρωθυπουργό Γ. Παπανδρέου.
Σφοδρή επίθεση στην κυβέρνησηΠάντως, και χθες η ΝΔ, διά του εκπροσώπου της Γ. Μιχελάκη, συνέχισε τη σφοδρή επίθεση κατά της κυβέρνησης, την οποία και κατηγόρησε ότι δεν έχει εθνική γραμμή, αλλά και «κόκκινες γραμμές», επικαλούμενη, παράλληλα, δηλώσεις υπουργών, όπως της Ά. Διαμαντοπούλου και του Μ. Χρυσοχοΐδη, για να υποστηρίξει την άρνησή της να αποδεχθεί την πρόταση του πρωθυπουργού για ενιαία στάση στο εξωτερικό. Ο κ. Μιχελάκης υποστήριξε χθες ότι ο κ. Παπανδρέου δεν έχει παρουσιάσει κανένα σχέδιο, ώστε να ζητήσει από τον κ. Σαμαρά να το υπερασπιστούν από κοινού, συμπληρώνοντας χαρακτηριστικά ότι «και πώς να υπάρχει εθνική γραμμή όταν ο κ. Βενιζέλος στη συνάντησή του με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας δήλωνε ότι οι “διαπραγματεύσεις ξεκινάνε αύριο”, δηλαδή ότι θα ξεκινούσαν μόλις χθες (σ.σ. προχθές)». Παράλληλα, πηγές προσκείμενες στη ΝΔ επισήμαιναν ότι, όταν ένας πρωθυπουργός και ένας αρχηγός αξιωματικής αντιπολίτευσης μεταβαίνουν στο εξωτερικό μαζί, κάτι ζητούν από κοινού ή κάτι πάνε να διαπραγματευθούν μαζί, και άρα πρέπει να έχουν κοινή θέση από πριν, κάτι που δεν υπάρχει. Μάλιστα, επικαλούνται την κ. Διαμαντοπούλου, που είπε νωρίτερα στη Βουλή ότι «η διαπραγμάτευση των επόμενων ημερών θέλει εθνικό πλαίσιο, θέλει πλαίσιο, στόχους και κόκκινες γραμμές».
«Μας δικαιώνουν οι Ευρωπαίοι»Παράλληλα, οι ίδιες πηγές της ΝΔ επισημαίνουν ότι δηλώσεις πρώην προέδρων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής -προερχόμενων, μάλιστα, από την Κεντροαριστερά- δικαιώνουν τις θέσεις της, καθώς υπενθυμίζουν ότι ο Ζακ Ντελόρ είχε δηλώσει στη «Le Monde» ότι «μαθαίνουν τις χώρες που αντιμετωπίζουν σοβαρά οικονομικά προβλήματα να πεθαίνουν δημοσιονομικά υγιείς», ενώ ο Ρομάνο Πρόντι ανέφερε στη RAI για την Ελλάδα ότι «δεν μπορούμε να της ζητήσουμε περισσότερα. Θέλουμε να τη σκοτώσουμε;». Ταυτόχρονα, η ΝΔ επιμένει να δοθούν στη δημοσιότητα οι επιστολές του πρωθυπουργού και του υπουργού Οικονομικών Ε. Βενιζέλου προς την τρόικα, καθώς υποστηρίζουν ότι ο πρωθυπουργός ζητά στήριξη σε κάτι που κανείς δεν ξέρει. Μάλιστα, ο κ. Μιχελάκης τόνισε ότι «ο κ. Παπανδρέου είχε να επιλέξει ανάμεσα σε συγκεκριμένο σχέδιο και πρακτικές του “βλέποντας και κάνοντας”, που οδηγούν από το κακό στο χειρότερο. Δεν έχει εθνική γραμμή. Δεν έχει “κόκκινες γραμμές” στην πολιτική του. Δεν έχει παρουσιάσει κανένα τέτοιο σχέδιο, ώστε να ζητήσει από τον πρόεδρο της ΝΔ να το υπερασπιστούν από κοινού. Δεν έχει κοινές θέσεις, ούτε καν με τους υπουργούς του, και ακόμη περισσότερο με τους βουλευτές του κόμματός του».
«Μόνος στις Βρυξέλλες»
Η ΝΔ υποστηρίζει ότι ο πρωθυπουργός δεν είχε ποτέ και δεν έχει ούτε τώρα στόχο τη συνεννόηση, καθώς, όπως τόνισε ο κ. Μιχελάκης, «εάν αυτό επιθυμούσε, δεν θα εξύβριζε -μισή ώρα πριν από τη συνάντηση- τη ΝΔ και τον πρόεδρό της. Και δεν θα έβαζε τον κ. Βενιζέλο να συνεχίσει -την ώρα της συνάντησής του με τον κ. Σαμαρά- από το βήμα της Βουλής, με ακόμη πιο ακραίες εκφράσεις, την επίθεσή του», προσθέτοντας χαρακτηριστικά ότι «δεν μπορεί τη μία να ισχυρίζεται (σ.σ. ο πρωθυπουργός) ότι τάχα “ο Σαμαράς γνωρίζει και τον συκοφαντεί” και την ίδια ώρα να προσποιείται ότι θέλει το “συκοφάντη” μαζί του». Ο εκπρόσωπος της ΝΔ υπογράμμισε ότι ο κ. Σαμαράς θα πάει στις Βρυξέλλες, όπως κάνει εδώ και ενάμιση χρόνο, ανταποκρινόμενος στο εθνικό του καθήκον, σημειώνοντας, πάντως, ότι «δεν θα πάει όμως μαζί με τον πρωθυπουργό. Δεν βοηθιέται η χώρα με σύμπραξη στο κακό, στο λάθος» και υπογραμμίζοντας ότι «ο Α. Σαμαράς, όπως πάντα, θα υπερασπιστεί μια άλλη πολιτική, που μπορεί να βγάλει πιο γρήγορα τη χώρα από τα αδιέξοδα που την οδήγησε η πολιτική Παπανδρέου».